- ισοκριθος
- ἰσόκριθοςἰσό-κρῑθος2равный по цене ячменю
τοῦ οἴνου ὅ μετρητὸς ἰ. ἐστιν Polyb. — метрет вина в одной цене с метретом ячменя
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
τοῦ οἴνου ὅ μετρητὸς ἰ. ἐστιν Polyb. — метрет вина в одной цене с метретом ячменя
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
ισόκριθος — ἰσόκριθος, ον (Α) ίσος με κριθάρι στην τιμή («τοῡ δ οἴνου τὸν μετρητὴν ἰσόκριθον», Πολ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < ἰσ(ο) * κριθος (< κριθή), πρβλ. πολύ κριθος, σιτό κριθος] … Dictionary of Greek
ἰσόκριθον — ἰσόκριθος equal to barley in price masc/fem acc sg ἰσόκριθος equal to barley in price neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κριθή — ή (AM κριθή, ή, Α επικ. τ. και κρῑ, τὸ) 1. φυτό δημητριακό, εδώδιμο, βιομηχανικό και κτηνοτροφικό, που σύμφωνα με τη σημερινή ταξινόμηση ανήκει στην οικογένεια τών αγρωστωδών, το κριθάρι 2. ο καρπός τού φυτού αυτού («οἴνω δ ἐκ κριθέων πεποιημένῳ… … Dictionary of Greek